Ειρήνη Φ. Φώτη-Irene F. Fotis
Hello, my name is Irene Fotis and I am an indie writer. I would like to interact with people, who love to read or write books. It would be an honour for me to share with you my authorial thoughts. In this blog you can also find everything about my work. I hope you will enjoy this fantasy's travel into the paths of literature.
Τετάρτη 27 Αυγούστου 2025
Ερωτεύσου τις μεγάλες ιδέες.
Σάββατο 3 Ιουλίου 2021
"Καντελάμπρο των Άνδεων" ή "Κηροπήγιο των Άνδεων".
Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2021
Περί Σεβασμού και αισθήματος Δικαίου.
Εάν κατορθώσουμε, λοιπόν, να φτάσουμε
στο σημείο του σεβασμού, τότε μια αλυσιδωτή αντίδραση ιδεών και αξιών ξεκινά
αβίαστα να ξετυλίγεται από τον κύλινδρο του πνεύματός μας, η οποία αφορά τους
πάντες και τα πάντα ολόγυρα. Για παράδειγμα, όταν κάποιος μας ασκεί βία (με την
ευρεία σημασία και με την κάθε μορφή που αυτή είναι δυνατόν να έχει), δεν μας
αρέσει, καθώς η πράξη ετούτη έρχεται αντιμέτωπη με την πιο επάνω έννοια του
σεβασμού. Έτσι, όταν γινόμαστε μάρτυρες σε μια σκηνή άσκησης βίας ενός ατόμου
επάνω σε ένα τρίτο άτομο, τότε δεν μπορούμε παρά ασυναισθήτως να σπεύσουμε να
υπερασπίσουμε εκείνο το άτομο, το οποίο δέχεται την πράξη βίας, ως άτομο που
αξίζει τον σεβασμό, όπως τον αξίζουμε όλοι μας· δίχως όμως εμείς οι ίδιοι να
ασκήσουμε βία απέναντι σε κανέναν από τους δύο, αφού η βία έρχεται αντιμέτωπη
με την αντίληψη της έννοιας του σεβασμού που ήδη κατέχουμε. Αμέσως, συνεπώς,
γεννιέται μέσα μας και βρίσκεται πλέον στα σπάργανα η έννοια της δικαιοσύνης με
την σημασία της αίσθησης του δικαίου. Ετούτη η τελευταία έννοια είναι και η πιο
βασική για την διατήρηση της ισορροπίας ανάμεσα στις επιθυμίες μας και την
προθυμία μας. Θα σας φέρω ένα ακόμη παράδειγμα. Εάν ένα κομμάτι γη δέκα
στρεμμάτων επρόκειτο να μοιραστεί σε δέκα διαφορετικούς ανθρώπους, και το
έκαστο κομμάτι αυτής της γης, διαστάσεων ενός στρέμματος, θα έδινε στον καθένα
από αυτούς τους δέκα ανθρώπους την δυνατότητα της αξιοπρεπούς διατήρησης στην
ζωή, τότε η προθυμία του εκάστου εξ αυτών θα "πρότεινε" την αποποίηση
του κομματιού του και την διανομή του στους υπόλοιπους, με αποτέλεσμα να χαθεί
για τη μονάδα η δυνατότητα επιβίωσης. Από την άλλη, η επιθυμία θα τού
"επέβαλε" να το πάρει όλο και να μην αφήσει τίποτα σε κανέναν, με
απόληξη να χαθεί η ευκαιρία επιβίωσης για τους λοιπούς εννέα. Η ύπαρξη,
επομένως, τής έννοιας της δικαιοσύνης σε αυτή την περίπτωση και η εφαρμογή της,
θα επέφερε το ισομερές μοίρασμα της γης και στους δέκα και θα εξασφάλιζε την
ισορροπία και το μέτρο μεταξύ της επιθυμίας και της προθυμίας στο συγκεκριμένο
σύνολο. Πάρτε τώρα αυτό το παράδειγμα και μεταφέρετέ το με τον νου σας σε
μεγαλύτερα κοινωνικά σύνολα και σε πεδία υλικά όπως το νερό, το φαγητό, το
ρεύμα, η υγεία, η παιδεία, η ιδιοκτησία, αλλά και σε πεδία πνευματικά, όπως η
ελευθερία, η ισότητα, η ταυτότητα των λαών. Πόσα, στ' αλήθεια, τακτοποιούνται
αυτομάτως μόνο και μόνο με την ύπαρξη αυτών των δύο σημαντικών εννοιών μέσα
μας; Της έννοιας του σεβασμού και της δικαιοσύνης-αίσθημα δικαίου;
Στον καιρό της παγκοσμιοποίησης, που
πλέον διανύουμε, οι θιασώτες της προσπαθούν να πείσουν πως η εξάλειψη των
διαφοροποιήσεων μεταξύ των ανθρώπων, θα οδηγήσει στην αρμονική συνύπαρξή τους
και άρα σε έναν κόσμο ενιαίο και ίδιο. Στην προσπάθειά τους αυτή επιχειρούν
ταυτοχρόνως να σβήσουν οποιοδήποτε ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των λαών, ώστε να
επιτευχθεί η ποθητή ομογενοποίηση και να επέλθει μια υποτιθέμενη ειρηνική
συγκατοίκηση στον πλανήτη. Είναι, ωστόσο, έτσι τα πράγματα; Θα καταφέρουμε
πράγματι, σβήνοντας τις μνήμες και την ιστορία του κάθε έθνους, να επιτύχουμε
έναν παγκόσμιο πολιτισμό; Για να το καταλάβουμε, ας γυρίσουμε πίσω στην έννοια
του σεβασμού, αφού πρώτα δοθεί μια εξήγηση στη έννοια της παράδοσης. Παράδοση,
λοιπόν, είναι όλες εκείνες οι συνήθειες -καθημερινές ή τελετουργικές- που έχει
μια κοινότητα ανθρώπων και κατά συνέπεια ένας λαός και οι οποίες μεταβιβάζονται
από γενιά σε γενιά. Είναι κοινώς τα έθιμα μιας ομάδας ανθρώπων. Οι παραδόσεις
διαφέρουν από τόπο σε τόπο και από έθνος σε έθνος, όμως εάν κάποιος ασχοληθεί
πιο ειδικά μαζί τους αντιλαμβάνεται πολύ εύκολα, πως, ανεξαρτήτως από πού
προέρχονται, έχουν μια κοινή βάση. Να στοχεύσουν το κακό, να το αποποιηθούν, να
το εξορκίσουν, να θυμίσουν ή να δοξάσουν το καλό που πρέπει πάντοτε να
υπερισχύει. Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, την ύπαρξη της ηθικής αντίληψης και την
διάκριση του κακού απ' το καλό να υφίσταται βαθιά καταχωρημένη στην καρδιά όλων
των παραδόσεων αυτού του κόσμου και επομένως συνειδητοποιούμε πως ο σεβασμός
του κάθε λαού στις παραδόσεις του, δεν μπορεί παρά να αποφέρει την καλλιέργεια
της ψυχής και του πνεύματος της ύπαρξής του και να του προσφέρει ηθική
υπόσταση. Όσο περισσότερο, μάλιστα, ένας λαός μαθαίνει τις παραδόσεις του, τόσο
περισσότερο τις σέβεται, και όσο περισσότερο τις σέβεται, τόσο πιο πολύ μπορεί
να σεβαστεί και τις παραδόσεις των άλλων λαών, έστω κι αν διαφέρουν από τις
δικές του.
Τόσο η έννοια του σεβασμού, όσο και
αυτή του δικαίου, όταν αναπτύσσονται μέσα μας, δύνανται να ελέγξουν
-αφοπλιστικά γοργά- διάφορα ελαττώματα της ανθρώπινης φύσης μας, όπως ο
εγωισμός, η ματαιοδοξία, η απληστία, η φιλοδοξία. Ελαττώματα δηλαδή τα οποία
μπορούν να χρησιμοποιηθούν από διάφορες μορφές εξουσίας και να μας
χειραγωγήσουν προς όφελός τους. Για παράδειγμα, όταν ο προϊστάμενος στην
εργασία μας, μάς ζητήσει να παρακολουθούμε στενά κάποιον συνάδελφό μας και να
τον ενημερώνουμε για τυχόν παρατυπίες του στην δουλειά με αντάλλαγμα την δική
μας εργασιακή πρόοδο, τότε ο σεβασμός για τον εαυτό μας και επομένως ο σεβασμός
για τους άλλους, θα μας "απαγορεύσει" ρητά να το πράξουμε, καθώς ποτέ
δεν θα θέλαμε να συμβεί και σε εμάς το ίδιο, ενώ η έννοια της δικαιοσύνης μέσα
μας θα μας "ενημερώσει" αμέσως για την στρεβλότητα του αιτήματος που
δεχτήκαμε από τον προϊστάμενό μας. Θα μας επιτρέψει να αντιληφθούμε ευθύς το
γνωστό σε όλους μας: "προάγεται όποιος το κερδίζει με την αξία του". Θα
απορήσετε τώρα, πότε συνέβη αυτό στις κοινωνίες μας και θα σας απαντήσω αμέσως:
"ποτέ" ή "σχεδόν ποτέ", αλλά θα θέσω συγχρόνως και το εξής
ερώτημα: "σε τέτοιες κοινωνίες επιθυμούμε να ζούμε; Με αυτά τα πρότυπα
επιθυμούμε να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας;". Στο πιο άνω παράδειγμα και
εφόσον κινηθούμε με γνώμονα τις παραπάνω έννοιες-αξίες του σεβασμού και της
δικαιοσύνης, έχουμε αυθωρεί αποταχθεί και χωρίς καλά-καλά να το καταλάβουμε, το
ελάττωμα του εγωισμού (αφού αρνηθήκαμε στον εαυτό μας να "προοδεύσει"
χωρίς την αξία του) και εκείνο της φιλοδοξίας (αφού δεν αποδεχτήκαμε μια
ανήθικη πρόταση, η οποία θα μας βοηθούσε να γίνουμε κάτι ανώτερο από τον
συνάδελφό μας). Ταυτοχρόνως, έχουμε επιπλέον θέσει τους σπόρους του ομαδικού
πνεύματος και της αλληλεγγύης μέσα στον εργασιακό μας χώρο. Μπορώ να σας
παρουσιάσω άπειρα τέτοιου είδους παραδείγματα για να σας πείσω ή για να μην σας
πείσω. Ωστόσο, με αυτό το κείμενο δεν έχω καμιά διάθεση να πείσω κανέναν. Το
μόνο που προσδοκώ είναι να θέσω κάποια ερωτήματα πρωτίστως στον εαυτό μου και
έπειτα σε εσάς. Να βοηθήσω τον νου μου να εννοήσει τι έχει πάει στραβά με τον
σύγχρονο πολιτισμό και τους ανθρώπους του. Έτσι θα αναρωτηθώ: "αφού έχω
αρκετό φαγητό για εμένα και την οικογένειά μου, έχω ένα σπίτι για να αισθανθώ
ασφάλεια, έχω αρκετά χρήματα για να ζήσω αξιοπρεπώς, γιατί θέλω περισσότερα, τα
οποία, μάλιστα, πρέπει να τα διεκδικήσω από τους άλλους οι οποίοι έπειτα θα
απομείνουν πιθανώς με το τίποτα;". Εάν, λοιπόν, σέβομαι τον εαυτό μου, εάν
νοιώθω μέσα μου το αίσθημα του δικαίου, δεν μπορώ παρά να επιδιώκω για όλους
εκείνους, που δεν έχουν όσα εγώ, να τα αποκτήσουν άμεσα και όχι το αντίθετο.
Έτσι, άκοπα, αποκηρύσσω και το ελάττωμα της απληστίας, με συνέπεια να
προφυλαχθώ από τυχόν επικίνδυνες επιρροές οι οποίες θα μπορούσαν να με κάνουν
έρμαιο των δικών τους ιδιοτελών επιθυμιών-σκοπών. Μόλις, λοιπόν, απαλλάσσομαι
και από το ελάττωμα της απληστίας, γίνομαι αυτομάτως κατά κάποιο τρόπο
ολιγαρκής, αφού δεν χρειάζομαι ψυγεία γεμάτα φαγητό, παρά μονάχα ένα, δεν έχω
ανάγκη από δυο σπίτια, παρά μόνο απ' αυτό που διαμένω με άνεση και θαλπωρή, δεν
μού είναι απαραίτητη μια τεράστια ντουλάπα γεμάτη ρούχα, μα αρκούμαι σε όσα με
ντύνουν αξιοπρεπώς, με ζεσταίνουν ή με δροσίζουν και πάει λέγοντας προς όλες
τις κατευθύνσεις των ανθρώπινων -υλικών και άυλων- αναγκών. Επομένως, χωρίς
καμιά απολύτως προσπάθεια, αποφεύγω τον κίνδυνο να πέσω, για παράδειγμα, θύμα
των εταιρειών που προσπαθούν να μού πουλήσουν τα, αμφιβόλου ποιότητας, προϊόντα
τους, δημιουργώντας μου συνάμα την εντύπωση πως είναι αδύνατον να ζήσω χωρίς
αυτά. Γεννιέται, δηλαδή, μέσα μου η έννοια του μέτρου, η οποία είναι και η αρχή
της ισορροπίας των πάντων.
Όπως ήδη προείπα, μια τεράστια αλυσίδα
εννοιών-αξιών αρχίζει να ξεδιπλώνεται από το ανθρώπινο πνεύμα, όταν στην ψυχή
ενός ατόμου καθιδρύονται οι αξίες του σεβασμού και της δικαιοσύνης. Η κάθε μία
από αυτές τις παραγόμενες έννοιες-αξίες είναι και από ένας ισχυρός κρίκος αυτής
της αλυσίδας, ο οποίος είναι αρρήκτως συνδεδεμένος με τον προηγούμενο και με
τον επόμενο. Ετούτη, λοιπόν, η αλυσίδα είναι ο μίτος της Αριάδνης για τον βίο
του ανθρώπου, αυτή που τον καθοδηγεί σταθερά, που τον κάνει να κρατά
αναπόσπαστος την πορεία του προς τον πραγματικό σκοπό της γέννησής του και που
φωτίζει τον δρόμο του μέσα στο έρεβος του σύγχρονου πολιτισμού, ο οποίος θέλει
την μονάδα να παραμένει εγωιστική, μικροπρεπής, κατειλημμένη μονάχα από τις
προσωπικές της επιθυμίες ανεξαρτήτως κόστους για τα πάντα γύρω της, ώστε να
μπορεί να την χειρίζεται προς ίδιον όφελος. Ωστόσο, το πιο σημαντικό που
προσφέρει ο σεβασμός και η δικαιοσύνη στον άνθρωπο είναι, κατ' εμέ, η αντίληψη
της φθαρτότητάς του. Αφού όταν σέβεται τον εαυτό του και κατ' επέκταση κάθε
έναν και καθετί ολόγυρά του, τότε δεν μπορεί παρά να αντιληφθεί πότε έχει έρθει
η ώρα να παραδώσει την σκυτάλη του στον επόμενο, να αποχωρήσει με αξιοπρέπεια
και να αφήσει την θέση του για τους άλλους. Η αντίληψη δε την φθαρτότητάς του
γεννά μια άλλη αίσθηση, αυτήν της συνέχισης του κόσμου χωρίς τον ίδιο. Η σκέψη
που έρχεται στον μυαλό, όταν κανείς για παράδειγμα κοιτά ένα όρος και
αναρωτιέται: "πόσοι και πόσοι αιώνες πέρασαν από τότε που στέκεσαι εκεί;
Πόσα και πόσα μάτια σε αγνάντεψαν πριν από εμένα; Πόσοι και πόσοι άνθρωποι
στάθηκαν εδώ και σε θαύμασαν και πόσοι ακόμη θα έρθουν να σταθούν για να σε
κοιτάξουν, όταν η υλική μου υπόσταση θα έχει πια χαθεί;". Ετούτες οι σκέψεις
είναι που φέρνουν την συνειδητοποίηση της βραχύτητας του ανθρώπινου βίου και
συνάμα την μεγάλη του σπουδαιότητα. Την αντίληψη πως η φύση και ολάκερος ο
κόσμος θα συνεχίσει να γυρίζει και δίχως εμάς. Όταν, λοιπόν, το άτομο φτάνει στο σημείο
να εννοήσει το σύντομο της ζωής του, αλλά ταυτοχρόνως την σημαντικότητά της,
τότε κατανοεί πλήρως την ματαιοδοξία τής τάσης του να αγκιστρώνεται από υλικά
πράγματα που δεν χρειάζεται πραγματικά, αλλά και το ανώφελο να κατακλύζεται από
συναισθήματα ταπεινά, τα οποία αποτελούν μονάχα ελαττώματα για το ίδιο και το
ωθούν να χάσει την έννοια του σεβασμού και της δικαιοσύνης. Έπειτα, λοιπόν, από
ετούτη την συνειδητοποίηση δεν μπορεί παρά να επιθυμήσει και να επιδιώξει για
τον βίο του μια ποιότητα που θα θρέψει το πνεύμα και την ψυχή του με την
καλύτερη τροφή, όπως ακριβώς κάνει και με το σώμα του. Οπότε έρχεται και το
τελευταίο ερώτημα: "Πότε ο άνθρωπος θα μπορούσε να φτιάξει έναν αληθινό
παγκόσμιο πολιτισμό; Όταν θα κινείτο με γνώμονα το συμφέρον και την όλο και
περισσότερη ικανοποίηση των υλικών του αναγκών; Όταν θα ξεχνούσε ποιος είναι,
όταν θα άφηνε ένα σωρό ευτελών συναισθημάτων να τον οδηγεί στο παρόν και στο
μέλλον;". Ας σκεφτούμε τι απαιτεί από εμάς ο σύγχρονος κόσμος και τότε θα
ανακαλύψουμε την απάντηση αγόγγυστα.
Για να κλείσω ετούτο το κείμενο, το
οποίο θα μπορούσε να γράφεται για καιρό, θα αναφέρω ότι κατά τον Αριστοτέλη η
δικαιοσύνη είναι η κοινή πηγή όλων των αρετών και κατά τον Πίνδαρο ο άνθρωπος
είναι το όνειρο μιας σκιάς.
Ειρήνη Φ. Φώτη, 9 Ιανουαρίου 2021
Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2020
Βασιλική Λεμπέση. Ποίημα.
ελλειπτικούς
σε αυτή την πολυκατοικία
που τα σκυλιά
μόνο το μεσημέρι γαυγίζουν
γεράσαμε με έναν ήλιο
που σκονισμένος τρυπώνει ακόμα
από τις γρύλιες
και ούτε μια ανάμνηση
δεν μας άφησε αυτή η πόλη
έτσι για παρηγοριά
μόνο παράπονα
και πτώματα
κάθε φορά που ανοίγουν
οι διακόπτες
Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2020
"Η Πορφυρή", διήγημα αγαπημένου φίλου, που προτιμά την ανωνυμία.
Ανέβασα το βλέμμα μου ψηλά. Η μαυρίλα είχε καταλάβει σχεδόν όλο τον ορίζοντα. Τώρα την θέση του ματιού, που έχασκε πριν από λίγο στην μέση, είχε πάρει μια νεφελώδης αρπάγη, η οποία έμοιαζε έτοιμη να καταπιεί το βουνό. Ένα χέρι ακούμπησε στον ώμο μου. Γύρισα το βλέμμα προς την αδελφή μου, που κοιτούσε την σκοτεινιά. Ένα δάκρυ κύλισε στο άσπρο πρόσωπό της και τότε με κοίταξε στα μάτια και μου είπε:
Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2020
"Η Παγωνιά". Διήγημα πολυαγαπημένου φίλου, που προτιμά την ανωνυμία.
Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2020
Στην Δίνη των Σιωπών, Τα Μονοπάτια του Πεπρωμένου, βιβλίο 1, κεφάλαιο Ζ΄, Η Οργή, (απόσπασμα).
Η φωνή που ακούστηκε απροειδοποίητα επάνω από τον ώμο του τον αιφνιδίασε και τον έκανε να γυρίσει προς το μέρος της απότομα. Ένα κορίτσι στεκόταν υπομονετικά λίγα βήματα πιο πέρα, όμως, καθώς δεν υπήρχε κάποιο αναμμένο φως στον εξώστη, ο Χένρυ δεν μπορούσε να ξεχωρίσει καλά τα χαρακτηριστικά της. Το μόνο που διέκρινε καθαρά στο αντιλάμπισμα της φωτιάς, η οποία έκαιγε στην αυλή, ήταν η ιδιαιτέρως λεπτοκαμωμένη φιγούρα της. Πάντως, τόσο η κοψιά της, όσο και η φωνή της τον διαβεβαίωναν, πως τού ήταν εντελώς άγνωστη.
- Με τρόμαξες. Νόμιζα, πως ήσαστε όλοι κάτω. - την αποπήρε, μα μόλις την είδε να σκύβει το κεφάλι της με κάποιον φόβο, μαλάκωσε αμέσως τον τόνο του.
- Δεν χρειάζομαι τίποτα. Σε ευχαριστώ. -
Η κοπέλα βιάστηκε να απομακρυνθεί, μα ο νέος έξαφνα άλλαξε γνώμη.
- Περίμενε. - την σταμάτησε.
- Άναψε την λάμπα. Αυτή στο απέναντι δοκάρι. - της ζήτησε ήρεμα, ενώ την παρακολούθησε με το βλέμμα του.
Εκείνη πήγε πειθήνια προς το σημείο, όπου κρεμόταν το μεταλλικό φανάρι, άπλωσε το χέρι της, αλλά το κοντό της ανάστημα δεν της επέτρεψε να το φτάσει. Έκανε άλλη μια προσπάθεια, που και αυτή όμως κατέληξε σε αποτυχία. Έπειτα και χωρίς να διστάσει καθόλου, ανασήκωσε ελαφρά το φόρεμά της και σκαρφάλωσε στην μεσαία, οριζόντια δοκό των κιγκλιδωμάτων προκειμένου να κερδίσει λίγο ύψος. Ωστόσο, σαν τεντώθηκε ξανά, φάνηκε να χάνει την ισορροπία της. Ο Χένρυ αντέδρασε ακαριαία. Πετάχτηκε αμέσως από την θέση του, έσπευσε γρήγορα κοντά της και την άρπαξε γερά από την μέση. Έπειτα την κατέβασε κάτω με ασφάλεια, ενώ πρόσεξε έκπληκτος το πόσο ελαφριά ήταν.
- Σου είπα να ανάψεις την λάμπα. Όχι να τσακιστείς στην αυλή! - την μάλωσε.
- Δώσε μου τα σπίρτα σου. - της είπε κατόπιν, όπως ξεκρεμούσε το φανάρι.
Εκείνη έβγαλε το κουτάκι από την τσέπη τής ποδιάς της και του το έδωσε. Όταν ο Χένρυ άναψε την λάμπα, την έστρεψε ελαφρώς προς το μέρος της για να δει το πρόσωπό της και τότε νέα έκπληξη τον κυρίευσε. Ήταν ένα από τα γλυκύτερα και συμπαθέστερα πλάσματα που είχε δει ποτέ του, με τα πιο μελιά μάτια του κόσμου. Επιπροσθέτως και το πιο αδύνατο.
- Πώς σε λένε; - την ρώτησε.
- Ντζούμπι. - αποκρίθηκε εκείνη δειλά.
- Τί όνομα είναι αυτό; Πρώτη φορά το ακούω. -
- Δεν είναι όνομα, Μάστα. - του απάντησε αμέσως.
- Και τί είναι τότε; -
- Ντζούμπι σημαίνει «φάντασμα». - του εξήγησε με κάποια ντροπή και ο νέος μετά δυσκολίας συγκράτησε την απρόοπτη θυμηδία του.
- Δεν μού φαίνεται παράξενο που σε ονόμασαν έτσι, εάν σκεφτεί κανείς το πώς βγήκες πριν από το σκοτάδι και με κατατρόμαξες. - την πείραξε με σοβαρότητα, αλλά το κορίτσι μειδίασε αυθόρμητα.
Ο νεαρός Μπέρνς ξαφνιάστηκε από την ευχαρίστηση, που έδρεψαν απρόσμενα οι αισθήσεις του από εκείνο το χαμόγελό της.
- Πότε ήρθες στην Φλόγουα; - την ρώτησε πάλι.
- Πριν από μια εβδομάδα, Μάστα. -
- Και ποιός σε προσέλαβε; -
- Ο Πάπα Σαμ. -
Ο Χένρυ την κοίταξε για μερικές στιγμές με αβέβαιη διάθεση.
- Πήγαινε τώρα στην δουλειά σου ή όπου αλλού θέλεις. - την προέτρεψε ήσυχα.
- Και να αρχίσεις να τρως περισσότερο φαγητό. - πρόσθεσε με έμφαση, καθώς τράβηξε το βλέμμα του από πάνω της και επέστρεψε πίσω στην πολυθρόνα του.
Την ίδια στιγμή, λίγα μόλις μίλια μακρύτερα από το υποστατικό, στα δυτικά σύνορα της Φλόγουα, η Ίνι σηκωνόταν από το χωμάτινο πάτωμα τής καλαμένιας καλύβας της, έχοντας μόλις τελειώσει κάτι που έμοιαζε με τελετή. Στο συνήθως ανέκφραστο πρόσωπό της υπήρχε τώρα ένα μυστηριώδες μειδίαμα.
Η πόρτα της καλύβας άνοιξε εκείνη την ώρα και στο εσωτερικό της εισήλθε ο Σαμ.
- Σε περίμενα νωρίτερα, Πάπα. - τον υποδέχτηκε χωρίς να τον κοιτάξει, ενώ πήρε την πίπα της και κάθισε σε ένα μικρό σκαμνί.
- Έπρεπε να περάσω πρώτα από το χωριό, γι’ αυτό άργησα. - της απάντησε ο ηλικιωμένος άνδρας, όπως ξεκρέμασε από τον ώμο του μια υφασμάτινη τσάντα και άρχισε να αδειάζει το περιεχόμενό της επάνω σε ένα τραπέζι.
- Σου έφερα φαγητό και ό, τι άλλο ζήτησες. - της είπε, αλλά η Μάμπο τον διέκοψε.
- Είναι πίσω στην Φλόγουα; -
Ο Σαμ την κοίταξε με απορία, αλλά εκείνη γέλασε.
- Δεν είναι όλα δουλειές των πνευμάτων, Πάπα. Έκανες τρεις ημέρες να φανείς και έτσι το υπέθεσα. -
Άναψε την πίπα της και τράβηξε μια βαθιά ρουφηξιά.
- Ήρθε μόνος του; - ζήτησε να μάθει και ο άνδρας απλώς έγνεψε θετικά.
- Πώς είναι; - επέμεινε η Μάμπο.
- Είναι καλά. Μοιάζει ευτυχισμένος. - αποκρίθηκε ο Σαμ, αλλά είδε την Ίνι να ανασηκώνει τα λεπτά της φρύδια με ειρωνεία.
- Ίσως να είχες καλύτερα αποτελέσματα, εάν δεν του είχες μιλήσει τόσο άσχημα. - της είπε επικριτικά.
- Γνωρίζεις, ότι ποτέ δεν ήθελα να του μιλήσω. - απάντησε η γυναίκα με περιφρόνηση.
- Το έκανες όμως και μάλιστα με τον πιο λανθασμένο τρόπο, ενώ έπειτα έφυγες κιόλας. -
- Έπρεπε να φύγω. -
- Γιατί; Δεν σε έδιωξε. -
Η Μάμπο μόρφασε με δυσαρέσκεια.
- Δεν θέλω να είμαι εκεί, Πάπα, όταν θα συμβούν τα γεγονότα. -
Ο Σαμ την κοίταξε σκεπτικός, ενώ η Ίνι έβγαλε από την τσέπη της ένα μικρό φυλαχτό και του το προσέφερε.
- Θα ήταν καλύτερο να το κουβαλάει επάνω του, αλλά εάν δεν τα καταφέρεις, απλώς κρύψε το κάτω από τα στρώματά του. - τον συμβούλεψε.
- Ποτέ δεν είδα ξεκάθαρα τι είναι αυτό που έρχεται, αλλά διέκρινα από την αρχή τα σημάδια του. Στο είπα και άλλοτε, πως οτιδήποτε κι αν πράξουμε εμείς οι δύο, είναι μονάχα για να του δώσουμε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προστασία και ανακούφιση. Δεν μπορούμε όμως να αλλάξουμε τα σχέδια, τα οποία έπλεξε γι’ αυτόν η μοίρα. Εκείνος είναι ο μόνος που μπορεί, αλλά με πείσμα εξακολουθεί να τυφλώνει τον εαυτό του. -
Τα λόγια της Ίνι ήχησαν ζοφερά, μα αμέσως πρόσθεσε με κάποια αφανή ελπίδα.
- Παρ’ όλα αυτά, ίσως τα πνεύματα τού στέλνουν μια τελευταία ευκαιρία. -
Ο Σαμ την κοίταξε με ερωτηματικό ύφος.
- Ό, τι αρνείται να κάνει ο ίδιος, ενδεχομένως να το καταφέρει ένα μικρό ντζούμπι. - του είπε σιβυλλικά, μα έπειτα σηκώθηκε από το σκαμνί της και βγήκε από την καλύβα.
Ερωτεύσου τις μεγάλες ιδέες.
Μια και το καλοκαίρι ετούτο πλησιάζει στο τέλος του, θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας μερικές από τις σκέψεις μου. Ως άνθρωπος και εγ...

-
Οι τόποι, όπου οι άνθρωποι δεν κατοικούν σε αυτούς, αποκτούν μία παράξενη μυρωδιά εγκατάλειψης και συνάμα αναπαράγουν την εικόνα αλαργινών...
-
Απόσπασμα από το βιβλίο του Charles Berlitz, "Μυστήρια από Ξεχασμένους Κόσμους, Ανακαλύπτοντας χαμένους πολιτισμούς", 1972, κεφάλα...
-
Λένε, πως ο άνθρωπος που γεννιέται, έχει δύο επιλογές στην ζωή του· να βαδίσει προς το φως ή να ακολουθήσει το σκοτάδι. Λένε, επίσης, ...