Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2020

Απόσπασμα από το μυθιστόρημα "Ο Νόμιμος Κηδεμόνας". Κεφάλαιο Δ΄, Η Πρώτη Γνωριμία.

- Εδώ, λοιπόν, συνηθίζετε να συχνάζετε. -
Οι στοχασμοί μου διακοπήκαν απότομα από την φωνή πίσω μου και σαν γύρισα κατά το μέρος εκείνου που εισέβαλε απρόοπτα στην ησυχία μου, ήμουν κιόλας βέβαιη για το ποιόν θα αντίκριζα.
Ο κύριος Μπέρνς έστεκε μερικά μέτρα παραπέρα και κρατούσε στα δάχτυλά του ένα αναμμένο πούρο, η αρωματική μυρωδιά του οποίου διασπαθίστηκε ολόγυρα στον αέρα και έφτασε έως την μύτη μου. Αναμφίβολα, δεν είχε έρθει πολλή ώρα, αφού η οσμή από τον καπνό θα τον είχε οπωσδήποτε προδώσει, ενώ για να βολτάρει ξένοιαστος στον κήπο, οι καλεσμένοι του πρέπει να είχαν ήδη αποχωρήσει.
- Καλησπέρα, κύριε.- τον χαιρέτησα ευγενικά.
- Καλησπέρα και σε εσάς, δεσποινίς Ντε Ρσέ. - ανταπέδωσε με όμοια αβρότητα.
- Ελπίζω να μην τάραξα την γαλήνη σας. -
- Όχι, κύριε. Εξάλλου ετοιμαζόμουν να γυρίσω πίσω. -
Πήρα στα χέρια μου τον φάκελο με τα σχέδια και επιχείρησα να απομακρυνθώ.
- Μείνετε! - με σταμάτησε με εκείνη την φυσική ικανότητα προσταγής, που διέθετε.
- Είχα μία πολύ πληκτική ημέρα και θα μου έκανε καλό, εάν ανταλλάζαμε μερικά ανάλαφρα λόγια. Τί λέτε, θα μπορέσετε να ανεχτείτε κάπως την παρουσία μου και να εκπληρώσετε μία ειλικρινή επιθυμία ή είστε ακόμη υπό την επήρεια της φοβίας σας, μήπως για κάποιον λόγο θυμώσω μαζί σας; -
Ήθελα να φύγω, αλλά θα ήταν αγενές από μέρους μου να τον εγκαταλείψω χωρίς αφορμή και έτσι άφησα πάλι πίσω στον πάγκο το ντοσιέ μου και τον κοίταξα.
- Βλέπετε, αυτού του τύπου οι συνεστιάσεις με ταλαιπωρούν και με κουράζουν αφάνταστα. Ποτέ δεν τις ενέκρινα. - σχολίασε, ενώ πλησίασε αργά κοντά μου. Έμοιαζε ασυνήθιστα φιλικός.
- Τότε γιατί συμμετέχετε σε αυτές; - απόρησα αυθόρμητα.
- Εάν σας βοηθούσε λίγο η εμπειρία σας, θα κατανοούσατε, ότι σε ορισμένες περιπτώσεις μερικά πράγματα είναι αναπόφευκτα, δεσποινίς Ντε Ρσέ. -
Παρέβλεψα με επιτυχία την μειωτική διατύπωση για την πείρα μου και εξέθεσα την ταπεινή μου άποψη.
- Αναπόφευκτα είναι, μόνο όσα εμείς επιτρέπουμε να είναι. -
Δεν γνωρίζω τι κωμικό βρήκε σε αυτή μου την θέση, πάντως γέλασε κοφτά.
- Δεν θα ήθελα να σας αλλάξω γνώμη και να σας απογοητεύσω για δύο κύριους λόγους. Ο πρώτος είναι, ότι αυτές τις διαπιστώσεις είναι καλύτερα να τις κάνει κανείς μόνος του, όταν έρχεται η κατάλληλη ώρα και ο δεύτερος είναι, πως βρίσκω φυσιολογικό και ωραίο να εκλαμβάνετε τα πράγματα με τον αυθορμητισμό τής ηλικίας σας, αν και ομολογουμένως εσείς δεν διαθέτετε πολύ από αυτόν. Μην με κοιτάζετε με αυτό το αμφίβολο βλέμμα, γιατί το μόνο που θα σας πω είναι -και πιστέψτε με αποτελεί την σκληρή πραγματικότητα- πως θα βρεθείτε πολλές φορές στην ζωή σας αντιμέτωπη με τέτοιες συμβάσεις και ενώ θα αντιλαμβάνεστε, ότι είναι μία τερατώδης ανοησία, θα συλλαμβάνετε τον εαυτό σας να υποδύεται με τον καλύτερο τρόπο τον ρόλο, που θα σας έχουν επιβάλει οι άλλοι. -
- Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι απορρίπτουν τους κατά συνθήκη συμβιβασμούς. - επέμεινα.
- Δεν έτυχε να συναντήσω κανένα μέχρι σήμερα, που να ανήκει σε αυτήν την ιδεώδη ομάδα, στην οποία αναφέρεστε. Μήπως, έχετε εσείς να μού συστήσετε κάποιον; -
Ήταν εμφανές, ότι θεώρησε την γνώμη μου φαιδρή, καθώς μού έριξε μία λοξή, περιπαικτική ματιά και έπειτα, λες και δεν τον ενδιέφερε να με πείσει περισσότερο, άλλαξε θέμα και μαλάκωσε κι άλλο τους τόνους του.
- Ήσαστε πολύ σιωπηλή την στιγμή, που ήρθα. Τί παρατηρούσατε με τόση αφοσίωση; -
- Έβλεπα τους γεωργούς, που έφευγαν από τα χωράφια. - αποκρίθηκα σιγά.
- Αυτό σας κατέθλιψε τόσο; -
- Δεν έχω τίποτα. Είμαι μία χαρά. -
- Μα πώς; Τα μάτια σας ήταν κατακόκκινα και σχεδόν έτοιμα να δακρύσουν, αν δεν το είχαν κάνει ήδη. Πείτε μου γιατί. -
Το βλέμμα του στυλώθηκε επίμονα στο δικό μου και απαίτησε από εμένα μία απάντηση. Ένοιωσα τρομερά άβολα και αναγκάστηκα να του ομολογήσω τον λόγο.
- Άκουσα ένα τραγούδι, που έλεγαν νωρίτερα οι γυναίκες από το Κάρτερστον και με κατέβαλε λιγάκι. Αυτό είναι όλο. -
- Και τί τραγούδι ήταν αυτό, που μπόρεσε να σας επηρεάσει τόσο; -
Πήρε μία έντονη έκφραση απορίας, καθώς ανέμεινε την εξήγησή μου.
- Μιλούσε για μία αδικοχαμένη αγάπη ανάμεσα σε μία φτωχή νέα και έναν άρχοντα της περιοχής. Ερωτεύτηκαν, αλλά οι δικοί του τούς χώρισαν και τους καταδίκασαν στην αιώνια δυστυχία. -
Μόρφασε απροσδιόριστα, σαν να μην κατανοούσε πλήρως την αιτία της στενοχώριας μου.
- Υπάρχουν πολλά τέτοια τραγούδια, που υμνούν χαμένους ή τραγικούς έρωτες. Συγκινείστε κάθε φορά, όταν ακούτε ένα από αυτά; -
- Όχι, κύριε. Δεν είμαι ευσυγκίνητη, αν αυτό εννοείτε. -
- Τότε, τί σας πείραξε τόσο πολύ με ετούτο εδώ; -
- Ειλικρινά δεν ξέρω. -
- Πολύ συχνά τα κορίτσια της ηλικίας σας δυσθυμούν με τέτοιου είδους τραγούδια, διότι κρύβουν στην καρδιά τους παρόμοια συναισθήματα για κάποιον όμορφο νεαρό, που δεν είναι κοντά τους ή δεν ανταποκρίνεται στον έρωτά τους. Μήπως συμβαίνει και με εσάς το ίδιο; -
Το ερώτημα του μού φάνηκε προσβλητικό και ομολογουμένως με ενόχλησε.
- Δεν γνωρίζω, τι κάνουν τα άλλα κορίτσια της ηλικίας μου. - είπα με φανερή δυσαρέσκεια.
- Θεωρήσατε, πως το ερώτημα μου περιείχε κάποια υπόνοια μομφής εναντίον σας και προσβληθήκατε, δεσποινίς Ντε Ρσέ. Με παρεξηγήσατε -και ασφαλώς δεν είναι η πρώτη φορά- ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, θα ήταν κακό, αν ήσαστε ερωτευμένη; -
Δεν κατάλαβα, πως το κατάφερε, πάντως με έκανε να αισθανθώ ενοχές για την φιλύποπτη στάση μου.
- Με συγχωρείτε, αν αποκρίθηκα κάπως απότομα. -
- Η συγγνώμη σας γίνεται αποδεκτή και τώρα, αν το εγκρίνει η ευαίσθητη υπερηφάνεια σας, απαντήστε μου σε αυτό που σας ρώτησα. -
- Σε ποιο, κύριε; -
- Είναι κακό να είστε ερωτευμένη; - επανέλαβε επίμονα.
- Δεν βρίσκω τίποτα κακό στο να είναι κανείς ερωτευμένος. - αποκρίθηκα, μα απέφυγα να αναφερθώ στον εαυτό μου, ο οποίος εξάλλου δεν είχε καμιά σχετική εμπειρία.
- Όμως, βρίσκετε κακό το να είστε ερωτευμένη εσείς; -
- Δεν είπα κάτι τέτοιο, κύριε. -
- Παρ’ όλα αυτά, απαντάτε με γενικότητες στην ερώτηση μου. Για ποιο λόγο το κάνετε αυτό; -
Σιώπησα και εκείνος δεν προσπάθησε να κρύψει ένα ανεπαίσθητο χαμόγελο, που σχηματίστηκε στα χείλη του.
- Από την άλλη, οι στίχοι που μιλούν για αγάπες ανάμεσα σε ανθρώπους ανόμοιου κοινωνικού επιπέδου και αταίριαστης καταγωγής, η ιδέα του έρωτα, που επιχειρεί να αντισταθεί στους κανόνες και τα κατεστημένα, που παραβιάζει τους επιβεβλημένους νόμους, είναι δυνατόν να προκαλέσει παράξενες ευαισθησίες σε ένα νεανικό μυαλό. Ίσως να ήταν αυτό, που σας μελαγχόλησε. -
- Όχι, κύριε. -
Η άμεση απάντηση μου τού προξένησε έκπληξη, τουλάχιστον φαινομενική.
- Για να απαντάτε τόσο εύκολα και έτσι κατηγορηματικά, πάει να πει, πως δεν πιστεύετε ούτε στο ελάχιστο σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. -
- Δεν έχει τόσο σημασία τι πιστεύω εγώ, αλλά τι είναι αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα. - είπα με σιγουριά.
- Και τί είναι αυτό, που συμβαίνει στην πραγματικότητα; - ρώτησε με ενδιαφέρον.
- Ο άρχοντας του τραγουδιού, δεν θα μπορούσε ποτέ να αγαπήσει εκείνη την κοπέλα, έστω κι αν η ομορφιά της ήταν, κατά κοινή ομολογία, κάτι σπάνιο στον κόσμο. Ένας ευγενής, δεν θα μπορούσε ποτέ να ενδιαφερθεί, να νοιώσει βαθιά, ειλικρινά συναισθήματα για ένα φτωχό κορίτσι, γιατί εκείνο πολύ απλά, θα ήταν ανύπαρκτο για το υπερήφανο βλέμμα του. Οι φτωχοί, κύριε, είναι αόρατοι για τους πλούσιους. -
Με κοίταξε αμίλητος για μερικές στιγμές.
- Είστε πολύ αυστηρή. - παρατήρησε ύστερα.
- Όχι εγώ. Οι άνθρωποι και οι κοινωνίες τους. - αντείπα με θάρρος.
- Νομίζετε, λοιπόν, πως θα μπορούσε να είναι αλλιώς; - ζήτησε να μάθει. Η όψη του, εντελώς ανέκφραστη, δεν μαρτυρούσε τίποτα για τις σκέψεις του.
- Αν έλειπε ο εγωισμός, η απληστία και η ματαιοδοξία, τότε ίσως. - αποκρίθηκα σεμνά.
- Και ποιος θαρρείτε, ότι είναι ο φορέας όλων ετούτων των ελαττωμάτων, που μόλις αναφέρατε; -
Το ερώτημα του με έκανε να διστάσω, όχι όμως γιατί δεν διέθετα την απάντηση, αλλά γιατί αμφέβαλλα, εάν έπρεπε να την εκφράσω μπροστά του.
- Ελάτε. Πείτε μου. Μην κρατάτε την γνώμη σας για τον εαυτό σας. - με προέτρεψε, αφού διέκρινε την επιφύλαξή μου.
- Όλοι εκείνοι που κατέχουν ευπορία και προνόμια, κύριε. - είπα τελικά, μα εκείνος ευθύς γέλασε.
- Αναμφίβολα, αυτή η κρίση σας δεν προέρχεται από την διαδικασία μιας συνεκτικής σκέψης. Είναι ξεκάθαρο, πως πρόκειται για το βιαστικό συμπέρασμα μιας επιφανειακής μελέτης των δεδομένων. - αντέλεξε με προσβλητική βεβαιότητα, ενώ ανέκτησε και πάλι το σοβαρό ύφος του.
- Το αίτιο της ανισότητας αυτού του κόσμου, δεσποινίς Ντε Ρσέ, δεν πηγάζει από την στάση των πλουσίων, μα από την στάση των φτωχών. Αυτοί, οι τελευταίοι, είναι που αποδέχονται αδιαμαρτύρητα την μοίρα τους, που εγκρίνουν παθητικά την ένδεια τους και που αναγνωρίζουν την ανωτερότητα των πρώτων. Ποια θα ήταν η δύναμη των ευκατάστατων και των ευγενών, αν οι φτωχοί δεν έσκυβαν εμπρός τους το κεφάλι με τόση δουλικότητα, εάν αποφάσιζαν ξαφνικά να εγκαταλείψουν τον μανιώδη φόβο και την παράλογη μοιρολατρία τους, αν επιχειρούσαν να διεκδικήσουν για τους εαυτούς τους ένα μερίδιο αξιοπρέπειας και ισότητας; Δεν είναι ο άρχοντας, που δεν θα έστρεφε ποτέ το βλέμμα του επάνω στο άτυχο κορίτσι του τραγουδιού, αλλά εκείνη η ίδια, που θα αρνιόταν πεισματικά να σηκώσει το δικό της για να το ανταμώσει, εξαιτίας ενός αδικαιολόγητου αισθήματος κατωτερότητας. -
Τα λόγια του δεν με αιφνιδίασαν· ήταν φανερό, πως αποτελούσαν την ολοκληρωτική αποποίηση των ευθυνών για λογαριασμό της ανώτερης τάξης του και την κάθετη υπεράσπιση της, ωστόσο, δεν επιθυμούσα να διαφωνήσω μαζί του και γι’ αυτό διάλεξα την σιωπή για ακόμη μια φορά. Εκείνος με κοίταξε επίμονα και εξεταστικά. Η έκφρασή του ήταν απολύτως σοβαρή, μα θα ορκιζόμουν, ότι το βλέμμα του χαμογελούσε ανεξήγητα εμπρός στη βωβή μου στάση.
- Δεν κάνετε καλά να δακρύζετε και να μελαγχολείτε την ώρα του σούρουπου, σε μια απόμερη γωνιά ενός παραμελημένου δεντρόκηπου, επειδή ένα λυπηρό, ερωτικό άσμα που ακούσατε, από τις ακαλλιέργητες, μάλιστα, φωνές ενός ορμαθού γυναικών, σας θύμισε όλες τις αδικίες του κόσμου. Την επομένη ασχοληθείτε με πιο διασκεδαστικά θέματα και αφήστε στους πιο αρμόδιους την υποχρέωση να καταπιαστούν με αυτά τα δυσάρεστα ζητήματα.- με συμβούλευσε εντέλει με έναν αδιάφορο και υπεροπτικό αέρα, ενώ τράβηξε επιτέλους την έντονη ματιά του από πάνω μου και προχώρησε αργά προς τον μαντρότοιχο. Έπειτα άφησε το βλέμμα του να πλανηθεί ήρεμα πάνω από τα επίπεδα σιτοχώραφα. Μπορούσα να τον βλέπω καλά από εκεί, όπου βρισκόμουν. Αν και το πρόσωπό του ήταν τελείως κενό από εκφάνσεις, το μυαλό του φαινόταν να ταξιδεύει σε δαιδαλώδεις στοχασμούς, που μόνο ο ίδιος ήταν δυνατόν να γνωρίζει.

"Ο Νόμιμος Κηδεμόνας", Κεφάλαιο Δ΄, Η Πρώτη Γνωριμία. Ειρήνη Φ. Φώτη, 2019.


"Καντελάμπρο των Άνδεων" ή "Κηροπήγιο των Άνδεων".

Απόσπασμα από το βιβλίο του Charles Berlitz, "Μυστήρια από Ξεχασμένους Κόσμους, Ανακαλύπτοντας χαμένους πολιτισμούς", 1972, κεφάλα...